Γαστρίνη
Κλινική χρησιμότητα | Διερεύνηση των ασθενών με αχλωρυδρία ή κακοήθη αναιμία Διερεύνηση των ασθενών για τους οποίους υπάρχουν υπόνοιες ότι έχουν σύνδρομο Zollinger-Ellison (ZES) |
||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|
Προετοιμασία εξεταζομένου | Μεμονωμένα επίπεδα γαστρίνης στον ορό μπορούν να ερμηνευθούν μόνο σε εξεταζόμενους που βρίσκονται σε νηστεία. Ο εξεταζόμενος θα πρέπει να ακολουθεί ολονύκτια νηστεία, κατά προτίμηση 12 ώρες ή περισσότερο πριν τη δειγματοληψία. Φάρμακα που παρεμβαίνουν στην έκκριση γαστρικού οξέος, ιδίως αναστολείς αντλίας πρωτονίων (π.χ. ομεπραζόλη, παντοπραζόλη dexlansoprazole, λανσοπραζόλη, ραμπεπραζόλη), θα πρέπει να διακοπούν, εάν είναι εφικτό, για τουλάχιστον 7 ημέρες πριν από τη δειγματοληψία για τη μέτρηση γαστρίνης στον ορό, ενώ οι Η2-αναστολείς (π.χ. σιμετιδίνη) θα πρέπει να διακόπτονται τρεις ημέρες πριν από τη δειγματοληψία. |
||||||
Δείγμα | Ορός που συλλέγεται σε συνήθη σωληνάρια δειγματοληψίας ή σε σωληνάρια που περιέχουν γέλη διαχωρισμού. Ο ορός αποχωρίζεται με φυγοκέντρηση εντός μίας ώρας και δείγμα ορού συντηρείται σε πλαστικό σωληνάριο. |
||||||
Σταθερότητα δείγματος | Για 2 ώρες σε θερμοκρασία 15-25°C ή για 24 ώρες σε θερμοκρασία 2-8°C και τουλάχιστον για 30 ημέρες σε θερμοκρασία -20°C. Επειδή δεν υπάρχει δυνατότητα πολλαπλών κύκλων κατάψυξης–απόψυξης συνιστάται αν υπάρχει ανάγκη πολλαπλών δειγμάτων να διαχωρίζεται πριν τη κατάψυξη σε υποπολλαπλάσια. |
||||||
Μη αποδεκτό δείγμα | Δείγματα με μικροβιακή μόλυνση, θερμική αδρανοποίηση, δείγματα που περιέχουν ορατά ξένα στοιχεία, ή δείγματα με έντονη αιμόλυση και λιπαιμικότητα . Δείγματα πλάσματος (EDTA, λιθιούχου ή νατριούχου ηπαρίνης), δεν είναι αποδεκτά. |
||||||
Μεταφορά δείγματος | 0,5 mL ως ελάχιστος όγκος σε θερμοκρασία 2-8°C |
||||||
Μέθοδος | CLIA | ||||||
Τιμές αναφοράς | Εκφράζονται σε pg/mL
|
||||||
Παρατηρήσεις | Η γαστρίνη είναι μια πεπτιδικής φύσεως ορμόνη που εκκρίνεται από τα G κύτταρα του πυλωρικού άντρου του στομάχου. Επίσης, γαστρίνη εκκρίνεται στην κυκλοφορία από την ενδοκρινή μοίρα του παγκρέατος (νησίδια του Langerhans). Η γαστρίνη εμφανίζεται στο πλάσμα και τους ιστούς σε διαφορετικά μοριακά μεγέθη, τα οποία διαφέρουν ως προς την ένταση της δράσεως τους στην έκκριση γαστρικού οξέος και στον χρόνο ημισείας ζωής τους στο πλάσμα. Τα ισομερή της γαστρίνης G-17 και G-34, με 17 και 34 αμινοξέα, αντίστοιχα διαθέτουν το υπεύθυνο για την δράση τους τετραπεπτίδιο στο C‐τελικό άκρο. Η έκκριση της γαστρίνης διεγείρεται από την αλκαλικότητα, τη διάταση του άντρου του στομάχου, τη διέγερση του πνευμονογαστρικού νεύρου (όπως με το μάσημα, με τη διέγερση της γεύσης και της όσφρησης), και από την παρουσία πεπτιδίων, αμινοξέων, αλκοόλης ή ασβεστίου στο στομάχι. Η έκκριση της γαστρίνης αναστέλλεται από τη γαστρική οξύτητα μέσω ενός συστήματος αρνητικής ανατροφοδότησης. Η γαστρίνη απορροφάται στο αίμα και επιστρέφει στο στομάχι, όπου διεγείρει την έκκριση γαστρικού οξέος υπό τη μεσολάβηση της ισταμίνης. Η λήψη τροφής με ιδιαίτερα υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες όπως επίσης και η υπογλυκαιμία που προκαλείται από την ινσουλίνη, έχουν σαν αποτέλεσμα αύξηση στην έκκριση της γαστρίνης. Σύμφωνα με έρευνα, που δημοσιεύεται στο American Journal of Pathology, δείχνει ότι η αυξημένη έκφραση των επίπεδων γαστρίνης διαδραματίζει βασικό ρόλο στην ανάπτυξη του καρκίνου του στομάχου που οφείλεται σε ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού (Helicobacter pylori). Αν τα επίπεδα της βιταμίνης Β12 στον ορό είναι σημαντικά χαμηλά (<150 pg/mL), ακόμα και αν η δοκιμασία των αντισωμάτων έναντι του ενδογενούς παράγοντα να είναι αρνητική, μια μετρίου βαθμού υπεργαστριναιμία καθιστά πιθανή τη διάγνωση της κακοήθους αναιμίας. |
||||||
Εκτέλεση | Αυθημερόν (για δείγματα που έχουν έλθει στο εργαστήριο μέχρι τις 5μ.μ.) |