β2‐Μικροσφαιρίνη ούρων (β2-ΜU)
β2-ΜU, Beta-2 Microglobulin Urine, Beta-2 Microglobulin, Urine Occupational | |
Κλινική χρησιμότητα | Ως βοήθημα για τη διαφοροδιάγνωση παθήσεων του εγγύς νεφρικού σωληναρίου, από άλλες παθήσεις του νεφρικού σπειράματος όταν ελέγχεται ταυτόχρονα με την β2-M στον ορό. Παρακολούθηση της έκθεσης σε κάδμιο και υδράργυρο. |
---|---|
Προετοιμασία εξεταζομένου | Ο εξεταζόμενος θα πρέπει να αδειάσει την ουροδόχο κύστη, στη συνέχεια, πρέπει να πιεί τουλάχιστον 0,5 λίτρα νερό και να συλλέξει ένα τυχαίο δείγμα ούρων μέσα σε 1 ώρα. |
Δείγμα | |
Σταθερότητα δείγματος | |
Μη αποδεκτό δείγμα | |
Μεταφορά δείγματος | 10 mL ως ελάχιστος όγκος. Βλέπε αναλυτικό πίνακα ειδικών οδηγιών |
Μέθοδος | TIA |
Τιμές αναφοράς |
|
Παρατηρήσεις | Η β2-μικροσφαιρίνη (β2-M) απομονώθηκε για πρώτη φορά το 1968 από τους Berggård et al στα ούρα ασθενών με νόσο του Wilson και χρόνια δηλητηρίαση από κάδμιο. Η β2-M είναι ένα μικρό σφαιρικό πεπτίδιο με μοριακό βάρος 11.8 kDa, που βρίσκεται στην κυτταρική μεμβράνη όλων των εμπύρηνων κυττάρων συμπεριλαμβανομένων και των λεμφοκυττάρων, και αποτελείται από μια πολυπεπτιδική αλυσίδα 99 αμινοξέων και εμφανίζει ένα βρόχο μεταξύ των αμινοξέων 25 και 81 τα οποία συνδέονται με δισουλφιδικό δεσμό. Η β2-Μ μπορεί να υποβαθμιστεί στη κύστη σε περιβάλλον με pH<6,0 και ως εκ τούτου η μέτρηση των συγκεντρώσεων αυτής της πρωτεΐνης σε ούρα τέτοιας οξύτητας είναι περιορισμένης αξίας. Προς αποφυγή αυτής της υποβάθμισης και της προσαρμογής των ούρων σε pH 6-8 ,δίδονται στον εξεταζόμενο διτανθρακικά 8 ώρες πριν τη συλλογή των ούρων. Η σύνθεση της β2-Μ είναι αυξημένη σε ασθενείς με διάφορες κακοήθεις και ανοσολογικές διαταραχές (ιδιαίτερα λέμφωμα, λευχαιμία και πολλαπλό μυέλωμα). Ο βαθμός της ανύψωσης μπορεί να σχετίζεται με το φορτίο όγκου κυττάρων, τη δραστηριότητα της νόσου και την πρόγνωση. Σε σπειραματικά νοσήματα η β2 - μικροσφαιρίνη στα ούρα είναι μειωμένη και στον ορό αυξημένη ενώ σε σωληναριακές διαταραχές στα ούρα είνα αυξημένη και στον ορό μειωμένη. |
Εκτέλεση | Αυθημερόν |