Κατάλογος Εξετάσεων
Αλφαβητική Αναζήτηση
Δείγμα
Ορός που συλλέγεται σε συνήθη σωληνάρια δειγματοληψίας ή σε σωληνάρια που περιέχουν γέλη διαχωρισμού χωρίς έντονη αιμόλυση και λιπαιμικότητα.
O αποχωρισμός του ορού γίνεται εντός 45 λεπτών και συντηρείται σε πλαστικό σωληνάριο. Υπάρχει δυνατότητα έως 4 κύκλων κατάψυξης-απόψυξης του δείγματος.
Το δείγμα θα πρέπει να προστατεύεται από το άπλετο φως εντός μίας ώρας από τη συλλογή, και κατά τη διάρκεια της αποθήκευσης και μεταφοράς.
Μη αποδεκτό δείγμα:Δείγματα με μικροβιακή μόλυνση, θερμική αδρανοποίηση, δείγματα που περιέχουν ορατά ξένα στοιχεία, ή δείγματα με έντονη αιμόλυση και λιπαιμικότητα καθώς και δείγματα που έχουν εκτεθεί στο φως.
Μεταφορά Δείγματος:0,5 mL ως ελάχιστος όγκος σε θερμοκρασία 2-8°C
Σταθερότητα δείγματος
15-25°C
8 ώρες
2-8°C
7 ημέρες
-20°C
60 ημέρες
Μέθοδος
CLIA. Ο προσδιορισμός ADVIA Centaur VitD έχει προτυποποιηθεί με χρήση εσωτερικών προτύπων τα οποία είναι δυνατό να αναχθούν στον ID LC/MS/MS 25(OH)vitamin D RMP. Ο ID LC/MS/MS μπορεί να αναχθεί στο υλικό αναφοράς 2972 του National Institute of Standards and Technology. Για 177 δείγματα στο εύρος 5,0 έως 100,0 ng/mL (12,5 έως 250,0 nmol/L), η σχέση μεταξύ του προσδιορισμού ADVIA Centaur VitD (y) και της μεθόδου αναφοράς ID-LC/MS/MS 25(OH)vitamin D RMP (x)περιγράφεται με χρήση της παλινδρόμησης Deming: ADVIA Centaur VitD = 0,99 (ID-LC/MS/MS) + 0,53 ng/mL, r = 0,96 Αναλυτική ευαισθησία (κατώτατο όριο ανίχνευσης) : 4,2 ng/mL
Τιμές αναφοράς
Εκφράζονται σε ng/mL (ng/mL x 2,5 → nmol/L)
Ταξινόμηση της κατάστασης της βιταμίνης D με τη συγκέντρωση της 25 (ΟΗ) D
Κατάσταση βιταμίνης D |
Εύρος τιμών |
Έλλειψη |
< 11,0 |
Ανεπάρκεια |
11,0-29,0 |
Επάρκεια |
30,0-100 |
Τοξίκωση |
> 100 |
Τι επηρεάζει
Αιμόλυση, έκθεση του δείγματος στο φως, υψηλή συγκέντρωση λιπιδίων στο αίμα.
Παρατηρήσεις
Η βιταμίνη D είναι μια στεροειδής ορμόνη που συμμετέχει στην εντερική απορρόφηση του ασβεστίου και στη ρύθμιση της ομοιόστασης του ασβεστίου. Η βιταμίνη D είναι απαραίτητη για το σχηματισμό και τη διατήρηση ισχυρών, υγιών οστών.
Η ανεπάρκεια της βιταμίνης D ενδέχεται να προκύψει από ανεπαρκή έκθεση στον ήλιο, ανεπαρκή διατροφική πρόσληψη, μειωμένη απορρόφηση, μη φυσιολογικό μεταβολισμό ή αντίσταση στη βιταμίνη D. Πρόσφατα, διάφορες χρόνιες νόσοι όπως καρκίνος, υπέρταση, οστεοπόρωση και διάφορα αυτοάνοσα νοσήματα έχουν συνδεθεί με την ανεπάρκεια της βιταμίνης D. Ανεξάρτητα από το αν καταναλώνονται ή παράγονται, οι δύο μορφές της βιταμίνης D (D2 και D3) μεταβολίζονται από το ήπαρ σε 25(OH)D και κατόπιν μετατρέπονται στο ήπαρ ή στους νεφρούς σε 1,25-διυδροξυβιταμίνη D. Οι μεταβολίτες της βιταμίνης D συνδέονται με πρωτεΐνες μεταφοράς στο πλάσμα και διανέμονται σε ολόκληρο το σώμα. (βλέπε εδώ)
Ο πιο αξιόπιστος εργαστηριακός δείκτης εκτίμησης της επάρκειας της βιταμίνης D είναι η 25(OH)D επειδή τα επίπεδά της στον ορό και στο πλάσμα αντιστοιχούν στα επίπεδα αποθήκευσης της βιταμίνης D στον ανθρώπινο οργανισμό. Επιπλέον, τα επίπεδα της 25(OH)D συσχετίζονται με τα συμπτώματα ανεπάρκειας της βιταμίνης D. (βλέπε εδώ)
Εκτέλεση
Αυθημερόν
Newsletter
Συντονιστείτε με τον Συνεταιρισμό και τις εργαστηριακές εξελίξεις. Ενημερωθείτε για τις εξατομικευμένες προτάσεις μας.
Μπορείτε να απεγγραφείτε ανά πάσα στιγμή από το σύνδεσμο στο κάτω μέρος των emails μας. Δείτε την πολιτική απορρήτου.